Η προέλευση της νοημοσύνης έχει υποκινήσει στην επιστήμη της ψυχολογίας ένα αέναο debate που επικεντρώνει ανάμεσα στην άποψη ότι η νοημοσύνη έχει γενετική προέλευση και στην άποψη ότι η νοημοσύνη δημιουργείται από την επίδραση του περιβάλλοντος. Οι έρευνες που μελετούν την πρώτη άποψη, όσο εξελίσσεται η αποκωδικοποίηση των ανθρώπινων γονιδίων, τείνουν να διαπιστώσουν ότι τα γονίδια που επιδρούν στην ανάπτυξη της ευφυίας είναι μέρος ενός πολύπλοκου συστήματος αλληλεπίδρασης. Έτσι, φαίνεται ότι για την ευφυία δεν είναι υπεύθυνο ένα, αλλά πολλά γονίδια. Αυτό που μένει να εξεταστεί είναι το πώς αυτά αλληλεπιδρούν. Το παρακάτω άρθρο από τα ΝΕΑ παραθέτει τις σχετικές έρευνες:
Περίπου 200 γονίδια τα οποία παίζουν μικρό αλλά σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της ανθρώπινης ευφυΐας, εντόπισαν άγγλοι επιστήμονες.
Για να προσδιορίσουν την ταυτότητα των γονιδίων που καθορίζουν τις πνευματικές μας επιδόσεις, οι ειδικοί εξέτασαν 4.000 παιδιά στη Βρετανία και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η ευφυΐα και η νοημοσύνη δεν αποτελούν απόρροια της δράσης μιας μικρής ομάδας γονιδίων όπως πιστευόταν παλιότερα, αλλά αντιθέτως οφείλονται στη συνεργατική δράση εκατοντάδων ή χιλιάδων από αυτά. Με άλλα λόγια, τα γονίδια του... μυαλού συνθέτουν ένα τεράστιο δίκτυο όπου το καθένα συνεισφέρει ελάχιστα. Μάλιστα όπως εξηγούν, η γονιδιακή αυτή δράση είναι ορατή στον άνθρωπο από πολύ μικρή ηλικία, από τότε δηλαδή που το παιδί πηγαίνει στο σχολείο. Και για τον λόγο αυτό, όπως εξήγησε στην εφημερίδα «Sunday Τimes» ο Ρόμπερτ Πλόμιν, καθηγητής Συμπεριφορικής Γενετικής στο Ινστιτούτο Ψυχιατρικής του Κing΄s College στο Λονδίνο, «σκοπός μας είναι στο μέλλον να δημιουργήσουμε μια σειρά από γενετικά τεστ τα οποία θα απευθύνονται σε παιδιά. Τα τεστ θα μας υποδεικνύουν ποια παιδιά μπορεί να παρουσιάσουν μαθησιακές δυσκολίες, κι έτσι να μπορούμε να επεμβαίνουμε για να τα βοηθούμε έγκαιρα». Ο άγγλος επιστήμονας δημιούργησε μια βάση δεδομένων που περιελάμβανε τις πνευματικές επιδόσεις των 4.000 μαθητών. Η αποτίμηση των επιδόσεών τους στηρίχθηκε τόσο στις απόψεις των δασκάλων όσο και σε τεστ που ο ίδιος και οι συνάδελφοί του υπέβαλαν στα παιδιά. Στη συνέχεια η ομάδα Πλόμιν ανέλυσε το DΝΑ των μαθητών αναζητώντας μικρές μεταλλάξεις στα γονίδιά τους. Τέτοιες υπάρχουν εκατομμύρια. Ομως οι επιστήμονες περιόρισαν την αναζήτησή τους σε ένα εκατομμύριο από αυτές, τις πιο κοινές, με σκοπό να διαπιστώσουν ποιες από αυτές εμφανίζονταν συχνότερα τόσο στα παιδιά που θεωρούνται αρκετά ευφυή όσο και σε εκείνα που είχαν μέτριες επιδόσεις. «Εκτός απο τις μεταλλάξεις, διαπιστώσαμε ότι υπάρχουν περίπου 200 γονίδια τα οποία παίζουν μικρό αλλά σημαντικό ρόλο στην ικανότητα των παιδιών να διαπρέπουν στα μαθηματικά και την αγγλική γλώσσα», τονίζει ο δρ. Ρ. Πλόμιν. Και προσθέτει ότι δεν υπάρχει ένα και μόνο γονίδιο που να καθορίζει τον βαθμό ευφυΐας ενός ανθρώπου. Η προσπάθεια των ειδικών τώρα θα επικεντρωθεί στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο τα γονίδια συνεργάζονται για να καθορίσουν το εύρος των πνευματικών επιδόσεων ενός ανθρώπου. Πολύτιμο εργαλείο στην έρευνα θα είναι οι πανίσχυροι ηλεκτρονικοί υπολογιστές που είναι σε θέση θεωρητικά να ανιχνεύσουν τις αλληλεπιδράσεις των γονιδίων στο σώμα μας. Ο Ιαν Ντέρι, διευθυντής του Κέντρου Νοητικής Γήρανσης και Επιδημιολογίας του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, σημειώνει ότι παρά το γεγονός ότι σε μεγάλο βαθμό η ευφυΐα είναι κληρονομική, ωστόσο είναι δύσκολο να υποδείξει κανείς έστω κι ένα γονίδιο που από μόνο του καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τη φυσιολογική νοημοσύνη ενός υγιούς ενηλίκου. Από την άλλη πλευρά, περίπου 300 γονίδια είναι γνωστό ότι συνδέονται με την πνευματική υστέρηση». Ο Ντέρι θεωρεί ότι πολλά γονίδια μπορεί να καθορίζουν με έμμεσο τρόπο την ευφυΐα, επιδρώντας στον τρόπο ανάπτυξης του εγκεφάλου. «Στους ενηλίκους υπάρχουν δομές και περιοχές του εγκεφάλου που επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τη δράση γονιδίων. Τέτοιες δομές είναι η φαιά ουσία».
Περίπου 200 γονίδια τα οποία παίζουν μικρό αλλά σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της ανθρώπινης ευφυΐας, εντόπισαν άγγλοι επιστήμονες.
Για να προσδιορίσουν την ταυτότητα των γονιδίων που καθορίζουν τις πνευματικές μας επιδόσεις, οι ειδικοί εξέτασαν 4.000 παιδιά στη Βρετανία και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η ευφυΐα και η νοημοσύνη δεν αποτελούν απόρροια της δράσης μιας μικρής ομάδας γονιδίων όπως πιστευόταν παλιότερα, αλλά αντιθέτως οφείλονται στη συνεργατική δράση εκατοντάδων ή χιλιάδων από αυτά. Με άλλα λόγια, τα γονίδια του... μυαλού συνθέτουν ένα τεράστιο δίκτυο όπου το καθένα συνεισφέρει ελάχιστα. Μάλιστα όπως εξηγούν, η γονιδιακή αυτή δράση είναι ορατή στον άνθρωπο από πολύ μικρή ηλικία, από τότε δηλαδή που το παιδί πηγαίνει στο σχολείο. Και για τον λόγο αυτό, όπως εξήγησε στην εφημερίδα «Sunday Τimes» ο Ρόμπερτ Πλόμιν, καθηγητής Συμπεριφορικής Γενετικής στο Ινστιτούτο Ψυχιατρικής του Κing΄s College στο Λονδίνο, «σκοπός μας είναι στο μέλλον να δημιουργήσουμε μια σειρά από γενετικά τεστ τα οποία θα απευθύνονται σε παιδιά. Τα τεστ θα μας υποδεικνύουν ποια παιδιά μπορεί να παρουσιάσουν μαθησιακές δυσκολίες, κι έτσι να μπορούμε να επεμβαίνουμε για να τα βοηθούμε έγκαιρα». Ο άγγλος επιστήμονας δημιούργησε μια βάση δεδομένων που περιελάμβανε τις πνευματικές επιδόσεις των 4.000 μαθητών. Η αποτίμηση των επιδόσεών τους στηρίχθηκε τόσο στις απόψεις των δασκάλων όσο και σε τεστ που ο ίδιος και οι συνάδελφοί του υπέβαλαν στα παιδιά. Στη συνέχεια η ομάδα Πλόμιν ανέλυσε το DΝΑ των μαθητών αναζητώντας μικρές μεταλλάξεις στα γονίδιά τους. Τέτοιες υπάρχουν εκατομμύρια. Ομως οι επιστήμονες περιόρισαν την αναζήτησή τους σε ένα εκατομμύριο από αυτές, τις πιο κοινές, με σκοπό να διαπιστώσουν ποιες από αυτές εμφανίζονταν συχνότερα τόσο στα παιδιά που θεωρούνται αρκετά ευφυή όσο και σε εκείνα που είχαν μέτριες επιδόσεις. «Εκτός απο τις μεταλλάξεις, διαπιστώσαμε ότι υπάρχουν περίπου 200 γονίδια τα οποία παίζουν μικρό αλλά σημαντικό ρόλο στην ικανότητα των παιδιών να διαπρέπουν στα μαθηματικά και την αγγλική γλώσσα», τονίζει ο δρ. Ρ. Πλόμιν. Και προσθέτει ότι δεν υπάρχει ένα και μόνο γονίδιο που να καθορίζει τον βαθμό ευφυΐας ενός ανθρώπου. Η προσπάθεια των ειδικών τώρα θα επικεντρωθεί στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο τα γονίδια συνεργάζονται για να καθορίσουν το εύρος των πνευματικών επιδόσεων ενός ανθρώπου. Πολύτιμο εργαλείο στην έρευνα θα είναι οι πανίσχυροι ηλεκτρονικοί υπολογιστές που είναι σε θέση θεωρητικά να ανιχνεύσουν τις αλληλεπιδράσεις των γονιδίων στο σώμα μας. Ο Ιαν Ντέρι, διευθυντής του Κέντρου Νοητικής Γήρανσης και Επιδημιολογίας του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, σημειώνει ότι παρά το γεγονός ότι σε μεγάλο βαθμό η ευφυΐα είναι κληρονομική, ωστόσο είναι δύσκολο να υποδείξει κανείς έστω κι ένα γονίδιο που από μόνο του καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τη φυσιολογική νοημοσύνη ενός υγιούς ενηλίκου. Από την άλλη πλευρά, περίπου 300 γονίδια είναι γνωστό ότι συνδέονται με την πνευματική υστέρηση». Ο Ντέρι θεωρεί ότι πολλά γονίδια μπορεί να καθορίζουν με έμμεσο τρόπο την ευφυΐα, επιδρώντας στον τρόπο ανάπτυξης του εγκεφάλου. «Στους ενηλίκους υπάρχουν δομές και περιοχές του εγκεφάλου που επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τη δράση γονιδίων. Τέτοιες δομές είναι η φαιά ουσία».
Σχόλια