Ανήκει η υπερφαγία στις διαταραχές πρόσληψης τροφής;

Το φάσμα των διαταραχών πρόσληψης τροφής είναι μεγάλο. Για πολλούς λόγους όμως είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε ακρίβώς ποιες είναι αυτές και σε τι ποσοστό επικρατούν. Τίθενται πολλά ερωτηματικά σχετικά με τα διαγνωστικά κριτήρια: αν κάποιος δεν πληροί όλα τα κριτήρια και τις 'επίσημες' προϋποθέσεις, δεν υπάρχει πρόβλημα; Δεν θα πρέπει να φροντίσει την αντιμετώπιση του προβλήματος;

Η πιο συνηθισμένη περίπτωση που απαντάται το πρόβλημα της διαταραχοποίησης μιας διατροφικής συμπεριφοράς είναι η υπερφαγία. Η υπερφαγία δεν αναγνωρίστηκε ως διαταραχή στις τελευταίες εκδόσεις του διαγνωστικού εγχειριδίου DSM, αλλά ωστόσο συμπεριλήφθηκαν διάφορα χαρακτηριστικά της- λέγεται ότι η νέα έκδοση του εγχειριδίου αυτού θα την συμπεριλαμβάνει πια επίσημα ως διαταραχή. [σημειώνεται εδώ ότι επισήμως τα δύο επικρατέστερα διαγνωστικά εγχειρίδια στην ψυχολογία είναι τα DSM της αμερικανικής ένωσης ψυχολόγων και το ICD-10 του παγκοσμίου οργανισμού υγείας, που λαμβάνουν υπόψην όλες τις έρευνες που γίνονται για τις ψυχικές διαταραχές και έτσι προσδιορίζουν τα κριτήρια διάγνωσης. Τα εγχειρίδια αυτά επομένως ανανεώνονται κάθε μερικά χρόνια για να είναι ενήμερα με τα τελευταία επιστημονικά δεδομένα]

Τίθενται όμως τα εξής ερωτήματα: α)πόσο συχνά εκδηλώνεται μια διαταραγμένη συμπεριφορά; β) για πόσο χρονικό διάστημα; γ) σε τι βαθμό;

Στη συγκεκριμένη διαταραχή, τα ερωτήματα αυτά παίρνουν την εξής μορφή: α) πόσο συχνά θα πρέπει κάποιος να τρώει για λόγους πέρα από τη βιολογική πείνα, για να πούμε ότι είναι υπερφαγικός; β) για πόσον καιρό θα πρέπει να παρατηρείται η εκδήλωση υπερφαγικών επεισοδίων; γ) τι ένταση έχουν αυτά τα επεισόδια; πότε λέμε ότι εκδηλώνεται ένα υπερφαγικό επεισόδιο;

Η τρίτη ερώτηση είναι και η δυσκολότερη στο να απαντηθεί. Υπερφαγία μπορεί να εκδηλωθεί με τη μορφή έντονου επεισοδίου, όπου έχουμε τεράστιες ποσότητες τροφής, που καταναλώνονται σε ελάχιστο χρόνο, συνήθως με γρήγορες κινήσεις, χωρίς πολύ μάσημα (γρήγορη κατάποση), με μεγάλη απώλεια αυτοελέγχου, που μπορεί να φτάσει μέχρι και σε απο-προσωποποίηση (μέχρι και να μη θυμάται το άτομο μετά τί ακριβώς συνέβει κατά τη διάρκεια του επεισοδίου). Επίσης υπάρχει έντονη ενασχόληση με το σωματικό βάρος, καθώς και ενοχές που ακολουθούν την κατανάλωση της τροφλής. Εφόσον όμως υπερφαγία είναι γενικότερα η κατανάλωση τροφής για λόγους πέρα από την βιολογική πείνα, αναρρωτιέται κανείς και τα εξής:
1. είναι υπερφαγικό επεισόδιο ένα τσιμπούσι σε μια γιορτή (π.χ. το Πάσχα), όπου συνηθίζεται να τρώμε περισσότερο από όσο πραγματικά πεινάμε;
2. είναι υπερφαγικό επεισόδιο αυτό που γίνεται με τρόπο αργό και ήρεμο;
3. το να είναι κάποιος παχύσαρκος, σημαίνει ότι απαραίτητα είναι και υπερφαγικός;

Στη βιβλιογραφία υπάρχουν πολλές και αντικρουόμενες απόψεις και προσδιορισμοί του φαινομένου αυτού.
Στα παραπάνω ερωτήματα, μπορούμε να δώσουμε τις εξής απαντήσεις:
1. αν τέτοια "τσιμπούσια" δε γίνονται τακτικά, τότε είναι φυσιολογικό να τρώμε λίγο περισσότερο από το κανονικό- ιδίως όταν υπάρχουν εδέσματα που δεν τα απολαμβάνουμε συχνά, γίνονται πιο ελκυστικά. Η συνύπαρξη με την οικογένεια επίσης δρα ενισχυτικά. Ξαναγίνεται κανείς το "καλό παιδί" που τρώει όλο το φαγητό του, ή η διατροφή δρα ως τρόπος επικοινωνίας με τους οικείους του.
2. ναι. υπερφαγικό επεισόδιο δεν είναι μόνο αυτό που το άτομο "πέφτει με τα μούτρα" στο φαγητό. Ακόμα και αν απουσιάζει το στοιχείο της ταχύτητας και του άγχους τη στιγμή της βρώσης, το επεισόδιο σε "αργή κίνηση", όπως έχει ονομαστεί, είναι και αυτό παθολογικό, τη στιγμή που γίνεται συχνά και έχει ψυχολογικά- συναισθηματικά κίνητρα. Πολλές φορές γίνεται με τρόπο τελετουργικό ως προς την ετοιμασία του (από τη στιγμή της επιλογής-αγοράς των τροφίμων) μέχρι την κατανάλωση της τροφής.
3. η κατανάλωση της τροφής μας κινητοποιείται από δύο μηχανισμούς. Ο πρώτος είναι ομοιοστατικός: το σώμα μας ρυθμίζει τις διατροφικές του ανάγκες σύμφωνα με το παρόν βάρος και όγκο του, και αποζητά όσες θερμίδες χρειάζεται για να διατηρηθεί στο βάρος που είναι. Ο δεύτερος μηχανισμός είναι ηδονικός, όπου η κατανάλωση κινητοποιείται από τα κυκλώματα ευχαρίστησης του εγκεφάλου (ενδορφίνες, ντοπαμίνη, κτλ.). Ο παχύσαρκος δεν τρώει περισσότερο από το φυσιολογικό: τρώει ακριβώς όσα χρειάζεται, για να παραμείνει στο βάρος που έχει. Υπερφαγία συμβαίνει όταν επικρατεί περισσότερο ο δεύτερος παράγοντας και οδηγεί σε καθαρά "συναισθηματική" κατανάλωση, πέρα της πραγματικής πείνας.

Σχετικά τώρα με τα διαγνωστικά κριτήρια, εκεί προσωπική μου άποψη είναι ότι, ερευνητικά οι διαγνώσεις (πάσχει κάποιος από μια διαταραχή ή όχι) είναι απαραίτητες. Ψυχοθεραπευτικά όμως, λίγη σημασία έχουν, γιατί ο κάθε ασθενής θα εκδηλώσει μια διαταραγμένη συμπεριφορά με διαφορετικό τρόπο, για διαφορετικό λόγο από τους άλλους, και αρα η θεραπευτική του αντιμετώπιση θα έχει εξατομικευμένη βάση. Η συχνότητα και η ένταση αποτελούν χρησιμότατες πληροφορίες για τη διάσταση της παθολογίας, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι κάποιος που δεν πληροί όλα τα χαρακτηριστικά μιας διαταραχής, αξίζει λιγότερη ψυχοθεραπευτική φροντίδα.

Πληροφοριακά τέλος, σχετικά με το τι είναι διαταραχή και τι όχι: όπως το προσδιορίζει και η ίδια η λέξη, διαταραγμένη χαρακτηρίζεται μια συμπεριφορά όταν προκαλεί σημαντική δυσλειτουργία στη ζωή ενός ατόμου. Όταν για παράδειγμα, το άτομο διακατέχεται από εμμονή για το βάρος του, και αυτή η εμμονή το εμποδίζει από το να απολαύσει ένα πασχαλιάτικο γεύμα.

Έτσι, μπορεί κανείς να αναρρωτηθεί:
-μου συμβαίνει αρκετά συχνά, ώστε να νιώθω ότι έχω κάποιο πρόβλημα;
-γίνεται έμμονη ιδέα το φαγητό;
-μου προκαλεί η υπερφαγία προβλήματα πεπτικά ή βάρους;
-νιώθω να διαταράζεται σημαντικά κάποιος άλλος τομέας της ζωής μου; (π.χ. φαγητό με φίλους, ερωτική ζωή, κτλ).

Πολλοί τρώνε μερικές φορές περισσότερο από αυτό που πεινάνε. Δεν είναι όλοι υπερφαγικοί.

Καλλιόπη

Σχόλια