Με αφορμή το πρόσφατο κλείσιμο του παιδικού περιοδικού κόμιξ "Μίκυ Μάους" ήταν πιο εύκολο να διαπιστωθεί μια τάση στα ΜΜΕ της χώρας μας: άρθρα που αναφέρονται στον "παλιό καλό καιρό" (εκπομπές, τρόπος ζωής, σπίτια, συνήθειες κτλ) και επανεκδόσεις από μεγάλες
εφημερίδες που επανακυκλοφορούν παλιά αναγνωστικά, περιοδικά και διάφορα ντοκουμέντα του παρελθόντος.
Σε ό,τι αφορά τα άρθρα, συνήθως, λόγω του ηλικιακού γκρουπ των γραφόντων, αυτός ο παλιός καλός καιρός αναφέρεται στη δεκαετία του '80. Μια δεκαετία η οποία χαρακτηρίστηκε από μια μεταβατική εποχή, καθώς εισήχθησαν στη ζωή του Έλληνα νεωτερισμοί, ενώ δόθηκε μια ελευθερία που σε πολλές περιπτώσεις έθεσε τις ρίζες για υπερβολές και παρακμή. Πριν έρθει λοιπόν η παρακμή, που κορυφώθηκε στη δεκαετία του '90, ο Έλληνας απολάμβανε μια ξέγνοιαστη πολιτικά εποχή (μετά από τις πολιτειακές αναταραχές της δεκαετίας '70), περισσότερα αγαθά και νέες καταναλωτικές συνήθειες (τεχνολογία, αυτοκίνηση κτλ.).
Η συνέχεια γνωστή: υπερκατανάλωση, χλιδή, διαφθορά, ανοχή, υλισμός. Μια κοινωνική, οικονομική αλλά και ψυχολογική σύγχυση, με μπόλικες ψευδαισθήσεις μεγαλείου και αλλοίωση της ταυτότητας των ανθρώπων.
Σήμερα η χώρα μας βιώνει σε προχωρημένη κατάσταση πια τις επιπτώσεις της παρακμής που ακολούθησε τα χρόνια εκείνα. Η οικονομική κρίση πλέον είναι φανερό ότι είναι πολυεπίπεδη, καθώς αποτελεί και κοινωνική, πολιτική, πολιτειακή, ψυχολογική κρίση.
Όταν βιώνουμε κρίσεις, είναι λογικό να επιστρατεύουμε ψυχολογικούς μηχανισμούς άμυνας, για να καλύψουμε την πραγματικότητα και να στρέψουμε αλλού την προσοχή μας. Έτσι, είναι πολύ συνηθισμένο να παλινδρομούμε στο παρελθόν, να ωραιοποιούμε αλλοτινές καταστάσεις και να αναπολούμε άλλες εποχές. Αυτή η τάση λοιπόν έχει πολλές λειτουργίες. Κατ'αρχήν μας κάνει να νιώθουμε ασφαλείς, καθώς οι γλυκιές αναμνήσεις του παρελθόντος είναι καταπραϋντικές, γλυκαίνουν τη διάθεσή μας, καθώς είναι συνδεδεμένες με όμορφα συναισθήματα ξεγνοιασιάς και τρυφερότητας. Βέβαια επειδή πρόκειται για μηχανισμό άμυνας, η ανάμνηση είναι ωραιοποιημένη και πολύ επιλεκτική. Για παράδειγμα, επιλέγουμε να θυμηθούμε τα όμορφα καλοκαιρινά βράδια που περνούσαμε καλά με τους φίλους μας και όχι εκείνα που νιώσαμε μοναξιά ή που ακούσαμε τους γονείς μας να μαλώνουν άσχημα.
Επίσης, η νοσταλγική αυτή διάθεση είναι μια διαφυγή από την καθημερινότητα. Μέσα από τις αναμνήσεις δραπετεύουμε από τα προβλήματα του παρόντος και τις αγωνίες του μέλλοντος και κάνουμε μικρά ταξίδια- ονειροπολήσεις που έχουν κατευναστική και παρηγορητική λειτουργία στην ψυχική μας διάθεση.
Η αναπόληση του παρελθόντος δίνει και αρκετές απαντήσεις σε ερωτήματα. Τη στιγμή που σκεφτόμαστε καταστάσεις που βιώσαμε, καταλαβαίνουμε πολλές φορές ακόμα καλύτερα τις ρίζες των τωρινών προβλημάτων μας. Για παράδειγμα, θυμόμαστε εποχές που ήμασταν ολιγαρκείς από άποψη ύλης και συνειδητοποιούμε ότι τα σύγχρονα προβλήματά μας μπορεί να εξομαλυθνούν αν απαγκιστρωθούμε από τον υλισμό που αποκτήσαμε με το πέρασμα του χρόνου.
Η νοσταλγία αυτή όμως έχει και πολλές αρνητικές επιπτώσεις, όταν γίνεται με εμμονή, υπερβολή και επιλεκτικότητα. Κάποιος που ωραιοποιεί το παρελθόν δεν είναι ρεαλιστής, αφού κάθε εποχή έχει τα αρνητικά και τα θετικά στοιχεία της- δεν υπάρχει τέλεια εποχή [π.χ. τον "παλιό καλό καιρό" ο ανάπηρος του χωριού ήταν αντικείμενο χλευασμού και αποδέκτης σκληρότητας]. Η εξιδανίκευση μπορεί να δημιουργήσει επίπλαστες φαντασιωτικές καταστάσεις που δεν προσφέρουν εποικοδομητικές λύσεις για τα προβλήματα του παρελθόντος και μπορεί να οδηγήσει σε μη προσαρμοστικότητα.
Έτσι, η νοσταλγική συνήθεια αναπόλησης του παρελθόντος μπορεί να μαρτυρά την ανάγκη να ικανοποιηθούν βαθύτερες ανάγκες, ταυτόχρονα όμως είναι μόνο ένας επίδεσμος που δε λύνει ουσιαστικά προβλήματα αλλά τα σκεπάζει προστατευτικά- φορεμένος παρατεταμένα δε, μπορεί να αποβεί επικίνδυνος για την επούλωση τραυματισμών...
Σε ό,τι αφορά τα άρθρα, συνήθως, λόγω του ηλικιακού γκρουπ των γραφόντων, αυτός ο παλιός καλός καιρός αναφέρεται στη δεκαετία του '80. Μια δεκαετία η οποία χαρακτηρίστηκε από μια μεταβατική εποχή, καθώς εισήχθησαν στη ζωή του Έλληνα νεωτερισμοί, ενώ δόθηκε μια ελευθερία που σε πολλές περιπτώσεις έθεσε τις ρίζες για υπερβολές και παρακμή. Πριν έρθει λοιπόν η παρακμή, που κορυφώθηκε στη δεκαετία του '90, ο Έλληνας απολάμβανε μια ξέγνοιαστη πολιτικά εποχή (μετά από τις πολιτειακές αναταραχές της δεκαετίας '70), περισσότερα αγαθά και νέες καταναλωτικές συνήθειες (τεχνολογία, αυτοκίνηση κτλ.).
Η συνέχεια γνωστή: υπερκατανάλωση, χλιδή, διαφθορά, ανοχή, υλισμός. Μια κοινωνική, οικονομική αλλά και ψυχολογική σύγχυση, με μπόλικες ψευδαισθήσεις μεγαλείου και αλλοίωση της ταυτότητας των ανθρώπων.
Σήμερα η χώρα μας βιώνει σε προχωρημένη κατάσταση πια τις επιπτώσεις της παρακμής που ακολούθησε τα χρόνια εκείνα. Η οικονομική κρίση πλέον είναι φανερό ότι είναι πολυεπίπεδη, καθώς αποτελεί και κοινωνική, πολιτική, πολιτειακή, ψυχολογική κρίση.
Όταν βιώνουμε κρίσεις, είναι λογικό να επιστρατεύουμε ψυχολογικούς μηχανισμούς άμυνας, για να καλύψουμε την πραγματικότητα και να στρέψουμε αλλού την προσοχή μας. Έτσι, είναι πολύ συνηθισμένο να παλινδρομούμε στο παρελθόν, να ωραιοποιούμε αλλοτινές καταστάσεις και να αναπολούμε άλλες εποχές. Αυτή η τάση λοιπόν έχει πολλές λειτουργίες. Κατ'αρχήν μας κάνει να νιώθουμε ασφαλείς, καθώς οι γλυκιές αναμνήσεις του παρελθόντος είναι καταπραϋντικές, γλυκαίνουν τη διάθεσή μας, καθώς είναι συνδεδεμένες με όμορφα συναισθήματα ξεγνοιασιάς και τρυφερότητας. Βέβαια επειδή πρόκειται για μηχανισμό άμυνας, η ανάμνηση είναι ωραιοποιημένη και πολύ επιλεκτική. Για παράδειγμα, επιλέγουμε να θυμηθούμε τα όμορφα καλοκαιρινά βράδια που περνούσαμε καλά με τους φίλους μας και όχι εκείνα που νιώσαμε μοναξιά ή που ακούσαμε τους γονείς μας να μαλώνουν άσχημα.
Επίσης, η νοσταλγική αυτή διάθεση είναι μια διαφυγή από την καθημερινότητα. Μέσα από τις αναμνήσεις δραπετεύουμε από τα προβλήματα του παρόντος και τις αγωνίες του μέλλοντος και κάνουμε μικρά ταξίδια- ονειροπολήσεις που έχουν κατευναστική και παρηγορητική λειτουργία στην ψυχική μας διάθεση.
Η αναπόληση του παρελθόντος δίνει και αρκετές απαντήσεις σε ερωτήματα. Τη στιγμή που σκεφτόμαστε καταστάσεις που βιώσαμε, καταλαβαίνουμε πολλές φορές ακόμα καλύτερα τις ρίζες των τωρινών προβλημάτων μας. Για παράδειγμα, θυμόμαστε εποχές που ήμασταν ολιγαρκείς από άποψη ύλης και συνειδητοποιούμε ότι τα σύγχρονα προβλήματά μας μπορεί να εξομαλυθνούν αν απαγκιστρωθούμε από τον υλισμό που αποκτήσαμε με το πέρασμα του χρόνου.
Η νοσταλγία αυτή όμως έχει και πολλές αρνητικές επιπτώσεις, όταν γίνεται με εμμονή, υπερβολή και επιλεκτικότητα. Κάποιος που ωραιοποιεί το παρελθόν δεν είναι ρεαλιστής, αφού κάθε εποχή έχει τα αρνητικά και τα θετικά στοιχεία της- δεν υπάρχει τέλεια εποχή [π.χ. τον "παλιό καλό καιρό" ο ανάπηρος του χωριού ήταν αντικείμενο χλευασμού και αποδέκτης σκληρότητας]. Η εξιδανίκευση μπορεί να δημιουργήσει επίπλαστες φαντασιωτικές καταστάσεις που δεν προσφέρουν εποικοδομητικές λύσεις για τα προβλήματα του παρελθόντος και μπορεί να οδηγήσει σε μη προσαρμοστικότητα.
Έτσι, η νοσταλγική συνήθεια αναπόλησης του παρελθόντος μπορεί να μαρτυρά την ανάγκη να ικανοποιηθούν βαθύτερες ανάγκες, ταυτόχρονα όμως είναι μόνο ένας επίδεσμος που δε λύνει ουσιαστικά προβλήματα αλλά τα σκεπάζει προστατευτικά- φορεμένος παρατεταμένα δε, μπορεί να αποβεί επικίνδυνος για την επούλωση τραυματισμών...
Σχόλια