Επιπτώσεις εκφοβισμού στην ενήλικη ζωή

Το παρακάτω άρθρο μας πληροφορεί για ερευνητικά ευρήματα σχετικά με τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις του εκφοβισμού:

Με χαμηλότερους μισθούς και με δυσκολία στην εύρεση εργασίας έρχονται συχνά αντιμέτωποι όσοι είχαν πέσει ως παιδιά θύματα εκφοβισμού, όπως διαπιστώνεται σε μελέτη που διεξήγε στην Ελλάδα το βρετανικό πανεπιστήμιο Άνγκλια Ράσκιν.
Η μελέτη, επικεφαλής της οποίας ήταν ο λέκτορας του Πανεπιστημίου, Νίκος Δρυδάκης, κατέδειξε ότι ο παιδικός εκφοβισμός μπορεί να έχει σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις στη ζωή των ατόμων που βίωσαν ένα τέτοιο περιστατικό.
Μεσοσταθμικά, τα θύματα λαμβάνουν μισθούς χαμηλότερους κατά 2,1% από τον μέσο όρο, έχουν πιθανότητες επαγγελματικής απασχόλησης μειωμένες κατά 3,3%, ενώ έχουν κατά 4,1% λιγότερες πιθανότητες να συμμετάσχουν στην αγορά εργασίας (είτε ως απασχολούμενοι, είτε αναζητώντας δουλειά).
Επίσης, τα θύματα εκφοβισμού έχουν κατά 18,5% λιγότερες πιθανότητες να πάρουν πτυχίο ανώτατης εκπαίδευσης ή να έχουν προχωρημένες δεξιότητες πληροφορικής και γλώσσας.
Εξάλλου, διαπιστώθηκε ότι οι ομοφυλόφιλοι, οι μετανάστες και οι άντρες επηρεάζονται περισσότερο από τον εκφοβισμό, όσον αφορά στο ποσοστό απασχόλησης και το ύψος του μισθού.
Για παράδειγμα, οι γκέι και οι λεσβίες που έπεσαν θύματα εκφοβισμού ως παιδιά λαμβάνουν μισθούς χαμηλότερους κατά 12,4% από τον μέσο όρο, οι μετανάστες μειωμένους κατά 4,1% και οι άντρες κατά 6,1%.
Στη συμπεριφορική μελέτη πήραν μέρος 7.500 άτομα από την Ελλάδα, ηλικίας από 18 έως 65 ετών, από τα οποία το 8,4% παραδέχτηκε ότι είχε υποστεί εκφοβισμό σε συχνή ή αδιάκοπη βάση κατά την παιδική ηλικία.
«Οι περισσότερες οικονομικές μελέτες για τον καθορισμό των μισθών έχουν επικεντρωθεί στις παραδοσιακές μεταβλητές του ανθρώπινου κεφαλαίου, όπως είναι η εκπαίδευση και οι δεξιότητες.
Ωστόσο, ο εκφοβισμός θα έπρεπε να απασχολεί περισσότερο τους οικονομολόγους, καθώς οι επιπτώσεις του μπορούν να επηρεάσουν το μέλλον της απασχόλησης των ατόμων», επισημαίνει ο επικεφαλής της έρευνας, Νίκος Δρυδάκης.
Η μελέτη είναι υπό δημοσίευση στο «International Journal of Manpower».

Σχόλια