Υπερφαγία χωρίς υπέρμετρες ποσότητες τροφής;

Δεν είναι η πρώτη φορά που γράφω κάποιους προβληματισμούς για την υπερφαγία. Σε αυτό το ποστ έγραψα κάποιες σκέψεις σχετικά με την παρερμηνεία αυτού του όρου και το αν αποτελεί διαταραχή ή όχι, και τη διάκρισή της από την παχυσαρκία. Στη θέση της τρίτης διαταραχής πρόσληψης τροφής (μετά την ανορεξία και τη βουλιμία), τα τελευταία χρόνια τοποθετείται μια διαταραχή που έχει πάρει αρκετά ονόματα:
  • παχυσαρκία
  • καταναγκαστική υπερφαγία
  • αδηφαγική διαταραχή
  • πολυφαγία
  • υπερφαγική διαταραχή.
Προσωπικά θα διαφωνήσω μόνο με τον όρο "παχυσαρκία", ο οποίος αφορά το αποτέλεσμα μιας διατροφικής συμπεριφοράς (και όχι πάντα, καθώς υπάρχουν και περιπτώσεις που η διατροφική συμπεριφορά είναι φυσιολογική) και όχι τη συμπεριφορά καθαυτή. Οι υπόλοιποι όροι περιγράφουν μια συμπεριφορά απέναντι στο φαγητό κατά την οποία υπάρχει ο καταναγκαστικός χαρακτήρας (το άτομο νιώθει μια βαθύτερη συναισθηματική δύναμη πέραν της πείνας, που το ωθεί  να καταναλώσει τροφή) και η ποσότητα. Γι'αυτήν την "ποσότητα" θα ήθελα σε αυτό το ποστ να καταθέσω κάποιες παρατηρήσεις, καθώς αυτή η τρίτη διαταραχή είναι ακόμα ανεξερεύνητο έδαφος και εμπεριέχει κάποιες παρερμηνείες στην προσέγγισή της.

Όπως συμβαίνει και στη βουλιμία, το άτομο δεν τρώει πάντα υποκινούμενο από την πείνα (όπως και δε σταματάει όταν χορτάσει σωματικά), αλλά υποκινούμενο από μια άλλη ανάγκη, πολύ δυνατή, στην οποία παραδίδεται. Πρόκειται για μια ανησυχία, ένα συναίσθημα που προκαλεί αναστάτωση και είναι πολύ απροσδιόριστο (έχουμε και στο παρελθόν ασχοληθεί με το θέμα της συναισθηματικής πείνας), ασαφές, δύσκολο να εντοπιστεί και να περιγραφεί, καθώς εκείνη τη στιγμή η λογική σκέψη επισκιάζεται και εστιάζει σχεδόν με εμμονή στην κατανάλωση τροφής.

Λέμε όμως ότι υπερφαγική είναι η συμπεριφορά κατά την οποία το άτομο καταναλώνει τεράστιες ποσότητες τροφής μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα; Για να χαρακτηρίσουμε ένα επεισόδιο ως υπερφαγικό, χρειάζεται να καταναλώνεται και μεγάλη ποσότητα τροφής;

Υπάρχει σύγχυση στη σχετική βιβλιογραφία για την φύση του επεισοδίου, καθώς συνήθως περιγράφεται ως η γρήγορη, ασυνείδητη κατανάλωση τεράστιων ποσοτήτων τροφής. Ωστόσο, μπορεί ένα άτομο να καταναλώσει ένα μικρότερο γεύμα, υποκινούμενο από άλλα συναισθήματα, προσπαθώντας να ικανοποιήσει άλλες ανάγκες πέραν της αίσθησης της πείνας. Για παράδειγμα, μπορεί ένα άτομο να ανοίξει το ψυγείο και να καταναλώσει όρθιο, με μανία, με ανησυχία, χωρίς ιδιαίτερη σκέψη και ηρεμία, μια φέτα ψωμί του τοστ, μια κουταλιά μαρμελάδας από το βάζο, ένα βραστό αυγό, μια ντομάτα, ένα κομματάκι τυρί. Στο σύνολό τους οι τροφές αυτές δε συνιστούν "τεράστιες ποσότητες" αλλά έχουν καταναλωθεί με τόση ανησυχία, που σίγουρα δεν είναι σωστό να αδιαφορήσουμε απέναντι στην ψυχολογική φόρτιση που έχει ένα τέτοιο περιστατικό.

Η υπερφαγική συμπεριφορά επίσης έχει συνδεθεί με την κατανάλωση comfort foods, τροφών δηλαδή που συνήθως βασίζονται στο τρίπτυχο "λιπαρά-υδατάνθρακες-αλάτι" (π.χ. πατατάκια, πίτσα, πάστες* κτλ.).και σχετίζονται και με την εξάρτηση και με το γρήγορο ανέβασμα των ουσιών που αφορούν τη διάθεση (γι'αυτό στρεφόμαστε σε αυτά όταν νιώθουμε θλίψη ή άγχος). Ωστόσο, ας βάλουμε κι εδώ μια εξαίρεση: μπορεί να εμφανιστεί υπερφαγική συμπεριφορά ακόμα και σε τροφές που δεν ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία των comfort foods. Επιδρομή σε μια κατσαρόλα με φασολάκια, ακόμα και σε κρύα κρέατα από το ψυγείο, ακόμα και σε φρούτα ή λαχανικά.

Το συμπέρασμα λοιπόν δεν είναι ότι πρέπει να χαρακτηρίσουμε ως διαταραγμένους και υπερφαγικούς περισσότερους ανθρώπους: η απόδοση μιας ετικέτας δεν είναι χρήσιμη (μπορεί να γίνει επικίνδυνη μάλιστα) παρά μόνο για λόγους ερευνητικούς και στατιστικούς, ή στην περιπτωση που το άτομο πιστεύουμε ότι θα βοηθηθεί από τον αυτοχαρακτηρισμό του, για να κάνει πιο απτό και άρα αντιμετωπίσιμο αυτό που του συμβαίνει. Ωστόσο, οφείλουμε να κατανοήσουμε την υπερφαγική συμπεριφορά ακόμα καλύτερα, για να μπορέσουμε να την κατανοήσουμε με μεγαλύτερη πληρότητα και να την αντιμετωπίσουμε σε μεγαλύτερο βάθος. Έτσι, διαπιστώνουμε λοιπόν ότι η υπερφαγική συμπεριφορά δεν αφορά τελικά το πόσο πολύ τρώει κάποιος, αλλά το πώς: ποια είναι τα συναισθήματα που οδηγούν στη λύση του φαγητού. Το να στρέφεται κανείς στο φαγητό με μια μανία μεγαλύτερη από αυτήν της φυσιολογικής λαχτάρας για φαγητό που έχει η φυσική πείνα. Το να χρησιμοποιεί το φαγητό (όποιο κι αν είναι αυτό, σε ό,τι ποσότητα κι αν είναι) ως ξεγέλασμα από άλλες συναισθηματικές καταστάσεις. Το να δυσκολεύεται να βγάλει το φαγητό από το μυαλό του, όταν βιώνει συναισθηματική ανησυχία, προβληματισμό, δυσκολίες. Οπότε τελικά ίσως να μιλάμε για καταναγκαστική βρώση και να αποφύγουμε το πρόθεμα "υπέρ-", το οποίο μας οδηγεί σε θέματα ποσότητας και που αποκλείει τις παραπάνω περιπτώσεις διατροφικών συμπεριφορών.
Κ.Ε.


*Ναι, ακόμα και τα γλυκά μπορεί να περιέχουν υψηλά ποσοστά αλατιού! Διαβάστε ένα σχετικό άρθρο.

Σχόλια